Το ελεύθερο εμπόριο είναι μια πολιτική που ακολουθείται από ορισμένες διεθνείς αγορές, στις οποίες οι κυβερνήσεις των χωρών μελών δεν περιορίζουν με προστατευτικά μέσα τις εισαγωγές από άλλες χώρες μέλη ή τις εξαγωγές προς αυτές. Το ελεύθερο εμπόριο πραγματώνεται από τον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο και την Συμφωνία Ελεύθερου Εμπορίου της Βόρειας Αμερικής, οργανισμοί οι οποίοι έχουν δημιουργήσει ανοιχτές αγορές. Τα περισσότερα κράτη σήμερα συμμετέχουν σε πολυμερείς εμπορικές συμφωνίες του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου (ΠΟΕ). Ωστόσο, οι περισσότερες κυβερνήσεις εξακολουθούν να εφαρμόζουν πολιτικές προστατευτισμού που αποσκοπούν στην προώθηση της τοπικής απασχόλησης, όπως η επιβολή δασμών στις εισαγωγές ή η επιδότηση των εξαγωγών. Οι κυβερνήσεις μπορούν επίσης να αποστείλουν το ελεύθερο εμπόριο για να περιορίσουν τις εξαγωγές των φυσικών πόρων τους. Άλλα εμπόδια που παρακωλύουν το εμπόριο είναι οι ποσοστώσεις εισαγωγής, οι φόροι και οι μη δασμολογικοί φραγμοί, όπως η ρυθμιστική νομοθεσία.
Οι πολιτικές του ελεύθερου εμπορίου γενικώς προωθούν τα ακόλουθα χαρακτηριστικά:
Δύο απλοί τρόποι για να κατανοηθούν τα προτεινόμενα οφέλη του ελεύθερου εμπορίου είναι μέσα από τη θεωρία του Ντέηβιντ Ρικάρντο περί του συγκριτικού πλεονεκτήματος, και μέσω της ανάλυσης του αντίκτυπου της δασμολόγησης ή της ποσόστωσης των εισαγωγών. Μια οικονομική ανάλυση με βάση τον νόμο της προσφοράς και της ζήτησης και τις οικονομικές επιπτώσεις της φορολογίας μπορεί να χρησιμοποιηθεί για να δείξει τα θεωρητικά οφέλη και τα μειονεκτήματα του ελεύθερου εμπορίου Επί του παρόντος, η Παγκόσμια Τράπεζα εκτιμά ότι, κατά μέγιστη τιμή, ποσοστά δασμολόγησης της τάξης του 20% μπορεί να επιτραπούν στις αναπτυσσόμενες χώρες, αλλά ο Κορεάτης οικονομολόγος Ha-Joon Chang υποστηρίζει ότι μπορεί να δικαιολογηθούν και ακόμη υψηλότερα ποσοστά, επειδή το χάσμα της παραγωγικότητας μεταξύ των αναπτυσσόμενων και των ανεπτυγμένων χωρών είναι πολύ υψηλότερο από ό,τι το χάσμα παραγωγικότητας που αντιμετωπίζουν οι βιομηχανικές χώρες. (Ένα γενικό χαρακτηριστικό είναι ότι οι υπανάπτυκτες χώρες σήμερα δεν βρίσκονται στην ίδια θέση με τις ανεπτυγμένες χώρες όταν αυτές είχαν ένα παρόμοιο επίπεδο της τεχνολογίας, επειδή είναι οι αδύναμοι παίκτες σε ένα ανταγωνιστικό σύστημα. Οι ανεπτυγμένες χώρες ήταν πάντοτε οι ισχυροί παίκτες, αν και στο παρελθόν είχαν συνολικά χαμηλότερο επίπεδο Αντεπιχειρήματα σε αυτή την άποψη είναι ότι οι αναπτυσσόμενες χώρες είναι σε θέση να υιοθετήσουν τεχνολογίες από το εξωτερικό, ενώ τα ανεπτυγμένα έθνη έπρεπε να δημιουργήσουν τα ίδια τις νέες τεχνολογίες, και ότι οι αναπτυσσόμενες χώρες έχουν πολύ πλουσιότερες αγορές στις οποίες μπορούν να εξάγουν τα προϊόντα τους από ό,τι στην περίπτωση του 19ου αιώνα. Αν τα κυρίως αμυντικά δασμολόγια έχουν σαν σκοπό την τόνωση των νεοσύστατων βιομηχανιών, τότε η δασμολόγηση, για να είναι επιτυχής, θα πρέπει να είναι αρκετά υψηλή, ώστε να επιτρέπει στα εγχώρια βιομηχανικά προϊόντα να είναι ανταγωνιστικά. Η θεωρία αυτή, που είναι γνωστή ως η εκβιομηχάνιση μέσω της υποκατάστασης των εισαγωγών, θεωρείται σε μεγάλο βαθμό αναποτελεσματική για τα σύγχρονα αναπτυσσόμενα έθνη
Οι ροζ περιοχές είναι η κοινωνικές απώλειες που οφείλονται στην ύπαρξη δασμών.Το διάγραμμα στα δεξιά αναλύει την επίδραση της επιβολής του δασμού εισαγωγής σε κάποιο φανταστικό αγαθό. Προ δασμού, η τιμή του αγαθού στην παγκόσμια αγορά (και ως εκ τούτου στην εγχώρια αγορά) είναι Pworld. Ο δασμός αυξάνει την εγχώρια τιμή σε Ptariff. Η υψηλότερη τιμή προκαλεί την εγχώρια παραγωγή να αυξηθεί από QS1 σε QS2 και προκαλεί μείωση στην εγχώρια κατανάλωση από QC1 σε QC2 Αυτό έχει τρεις κύριες επιδράσεις στη κοινωνική ευημερία. Οι καταναλωτές περνούν σε δυσμενέστερη θέση, διότι το πλεόνασμα του καταναλωτή (πράσινη περιοχή) μικραίνει. Οι παραγωγοί είναι σε καλύτερη κατάσταση, διότι το πλεόνασμα του παραγωγού (κίτρινη περιοχή) γίνεται μεγαλύτερο. Η κυβέρνηση έχει επίσης πρόσθετα φορολογικά έσοδα (μπλε περιοχή). Ωστόσο, η απώλεια για τους καταναλωτές είναι μεγαλύτερη από τα κέρδη για τους παραγωγούς και την κυβέρνηση. Το μέγεθος αυτής της κοινωνικής απώλειας φαίνεται από τα δύο ροζ τρίγωνα. Αφαιρώντας τον δασμό και αφήνοντας το ελεύθερο εμπόριο θα είναι ένα καθαρό κέρδος για την κοινωνία Μια σχεδόν πανομοιότυπη ανάλυση των εν λόγω δασμών από την προοπτική της χώρας καθαρής παραγωγής δίνει παράλληλα αποτελέσματα. Από την πλευρά της χώρας αυτής, ο δασμός φέρνει τους παραγωγούς σε δυσμενέστερη θέση και τους καταναλωτές σε καλύτερη θέση, αλλά η καθαρή ζημία στους παραγωγούς της είναι μεγαλύτερη από το όφελος για τους καταναλωτές (δεν υπάρχουν φορολογικά έσοδα στην περίπτωση αυτή, επειδή η εν λόγω χώρα δεν εισπράττει τον δασμό). Υπό μια παρόμοια ανάλυση, δασμοί εξαγωγής, ποσοστώσεις εισαγωγής, και ποσοστώσεις εξαγωγής αποδίδουν όλες σχεδόν κοινά αποτελέσματα Μερικές φορές οι καταναλωτές βρίσκονται σε καλύτερη θέση και οι παραγωγοί σε δυσμενέστερη θέση, και μερικές φορές οι καταναλωτές βρίσκονται σε χειρότερη κατάσταση και οι παραγωγοί σε καλύτερη κατάσταση, αλλά η επιβολή εμπορικών περιορισμών προκαλεί μια καθαρή απώλεια για την κοινωνία στο σύνολό της, επειδή οι απώλειες από τους εμπορικούς περιορισμούς είναι μεγαλύτερες από τα κέρδη των εμπορικών περιορισμών. Το ελεύθερο εμπόριο δημιουργεί κερδισμένους και χαμένους, αλλά η θεωρία και τα εμπειρικά στοιχεία δείχνουν ότι το μέγεθος των κερδών από το ελεύθερο εμπόριο είναι μεγαλύτερο από τις απώλειες
Σύμφωνα με την επικρατούσα άποψη της οικονομικής θεωρίας, η επιλεκτική εφαρμογή του ελεύθερου εμπορίου σε ορισμένες χώρες και των δασμών σε άλλες είναι πιθανό να οδηγήσει σε οικονομική αναποτελεσματικότητα μέσω της διαδικασίας της εκτροπής του εμπορίου. Η οικονομικά αποδοτική πρακτική για ένα αγαθό να παράγεται από τη χώρα με το χαμηλότερο κόστος παραγωγής δεν είναι εφικτή στην περίπτωση που ο παραγωγός υψηλού κόστους έχει μια συμφωνία ελεύθερου εμπορίου, ενώ ο παραγωγός χαμηλού κόστους αντιμετωπίζει υψηλούς δασμούς. Η εφαρμογή του ελεύθερου εμπορίου στον παραγωγό υψηλού κόστους και όχι στον παραγωγό χαμηλού κόστους μπορεί να οδηγήσει σε εκτροπή του εμπορίου και οικονομική ζημία. Αυτός είναι ο λόγος που πολλοί οικονομολόγοι δίνουν τεράστια σημασία στις διαπραγματεύσεις για την παγκόσμια μείωση των δασμών, όπως αυτές που λαμβάνουν χώρα στο Γύρο της Ντόχα
Η βιβλιογραφία είναι εξαιρετικά πλούσια σε εργασίες σχετικά με τις θεωρητικές και τις εμπειρικές συνέπειες του ελεύθερου εμπορίου. Αν και το ελεύθερο εμπόριο δημιουργεί νικητές και ηττημένους, υπάρχει ευρεία συναίνεση μεταξύ των οικονομολόγων ότι αποτελεί μεγάλο και αδιαμφισβήτητο κέρδος για την κοινωνία Σε μια έρευνα του 2006 μεταξύ Αμερικανών οικονομολόγων (83 συμμετέχοντες), «το 87,5% συμφωνεί ότι η ΗΠΑ θα πρέπει να καταργήσουν τους εναπομείναντες δασμούς και περιορισμούς στο εμπόριο» και 90,1% διαφωνεί με την άποψη ότι οι ΗΠΑ θα πρέπει να περιορίσουν τους εργοδότες από την ανάθεση εργασίας σε ξένες χώρες Ο καθηγητής Οικονομικών του Χάρβαρντ Ν. Gregory Mankiw αναφέρει ότι «Η δήλωση ότι το παγκόσμιο ελεύθερο εμπόριο αυξάνει την οικονομική ανάπτυξη και το βιοτικό επίπεδο είναι από τις ελάχιστες που έχουν τόσο μεγάλη συναίνεση μεταξύ των επαγγελματιών οικονομολόγων». Ωστόσο, ο καθηγητής Peter Soderbaum του Πανεπιστημίου Malardalen στη Σουηδία, αναφέρει ότι «Αυτή η νεοκλασική θεωρία περί εμπορίου επικεντρώνεται σε μία διάσταση, στη τιμή που παραδίδεται ένα εμπόρευμα, αγνοώντας ένα μεγάλο αριθμό προβληματισμών σχετικά με τις επιπτώσεις στην απασχόληση στα διάφορα μέρη του κόσμου, στο περιβάλλον και στον πολιτισμό».Οι περισσότεροι οικονομολόγοι θα συμφωνούσαν ότι αν και οι αυξανόμενες αποδόσεις κλίμακας μπορεί να σημαίνουν ότι συγκεκριμένες βιομηχανίες θα μπορούσαν να εγκατασταθούν σε μια γεωγραφική περιοχή, χωρίς να κινητοποιηθούν από κάποιο συγκριτικό πλεονέκτημα, αυτό δεν είναι λόγος για να επιχειρηματολογήσει κανείς εναντίον του ελεύθερου εμπορίου. Αυτό συμβαίνει επειδή το συνολικό επίπεδο της παραγωγής που απολαμβάνουν τόσο ο «νικητής» όσο και «χαμένος» θα αυξηθεί. Ο «νικητής» κερδίζει περισσότερα από τον «χαμένο», αλλά και οι δύο μαζί θα κερδίζουν συνολικά περισσότερα από πριν.Στο κλασικό κείμενο «Έρευνα για τη Φύση και τα Αίτια του Πλούτου των Εθνών (Πλούτος των Εθνών)», στο χωρίο «Περί περιορισμών στις εισαγωγές από χώρες του εξωτερικού εμπορευμάτων που μπορούν να παραχθούν εσωτερικά» ο οικονομολόγος Άνταμ Σμιθ περιγράφει τους λόγους για τους οποίους πρέπει να επιτραπεί το ελεύθερο εμπόριο.
Ο Ντέηβιντ ΡικάρντοΗ σύλληψη της ιδέας ενός συστήματος ελεύθερου εμπορίου που να συμπεριλαμβάνει πολλά κυρίαρχα κράτη προέκυψε σε πρωτόλεια μορφή στην Ισπανική Αυτοκρατορία του 16ου αιώνα. Ο Αμερικανός νομοδιδάσκαλος Άρθουρ Νούσμπαουμ παρατήρησε πως ο Ισπανός θεολόγος Φρανθίσκο ντε Βιτόρια υπήρξε «ο πρώτος που που προέβαλε τις ιδέες -όχι, ωστόσο, και την ορολογία- της ελευθερίας του εμπορίου και της ελευθερίας των θαλασσών». Ο ντε Βιτόρια στήριξε την υπόθεσή του πάνω σε αρχές του jus gentium (εθιμικού/ διεθνούς δικαίου). Ωστόσο, ήταν δύο Βρετανοί, πρώιμοι οικονομολόγοι, ο Άνταμ Σμιθ και ο Ντέηβιντ Ρικάρντο, που αργότερα ανέπτυξαν την ιδέα του ελεύθερου εμπορίου, και της έδωσαν την σύγχρονη, αναγνωρίσιμη μορφή της.Οι οικονομολόγοι που υποστήριξαν το ελεύθερο εμπόριο, πίστευαν πως ο λόγος για τον οποίο συγκεκριμένοι μόνο πολιτισμοί ευημερούσαν οικονομικά, ήταν ακριβώς το εμπόριο. Ο Άνταμ Σμιθ, για παράδειγμα, υποδεικνύει το αυξημένο εμπόριο ως την αιτία της άνθησης, όχι μόνο των Μεσογειακών πολιτισμών, όπως η Αίγυπτος, η Ελλάδα και η Ρώμη, αλλά επίσης της Βεγγάλης και της Κίνας. Η μεγάλη και αυξανόμενη ευημερία που απολάμβανε η Ολλανδία αφότου απαλλάχθηκε από την επικυριαρχία της Ισπανικής Αυτοκρατορίας και επεδίωξε πολιτικές ελεύθερου εμπορίου, ανέδειξε την διαμάχη μερκαντιλισμού-ελεύθερης αγοράς στο πιο σημαντικό ζήτημα της Οικονομικής Επιστήμης για αιώνες. Στο ίδιο διάστημα, η ιδέα του ελεύθερου εμπορίου έχει αναμετρηθεί με τον μερκαντιλισμό, τον προστατευτισμό, τον απομονωτισμό, τον κομμουνισμό, τον λαϊκισμό και άλλες ιδεολογίες.Το εμπόριο στην αποικιακή Αμερική ελεγχόταν από το Βρετανικό εμπορικό σύστημα μέσω του Νόμου για το Εμπόριο και την Ναυσιπλοΐα (Act of Trade and Navigation). Μέχρι την δεκαετία του 1760, λίγοι άποικοι υποστήριζαν ανοιχτά το ελεύθερο εμπόριο, εν μέρει γιατί η επιβολή των ελέγχων δεν ήταν αυστηρή -η Νέα Αγγλία ήταν διαβόητη για το λαθρεμπόριο- αλλά επίσης επειδή οι έμποροι των αποικιών δεν επιθυμούσαν να ανταγωνιστούν τα ξένα αγαθά και τον ξένο εφοπλισμό. Σύμφωνα με τον ιστορικό Όλιβερ Ντίκερσον, η επιθυμία για ελεύθερο εμπόριο δεν συμπεριλαμβάνεται στις αιτίες της Αμερικανικής Επανάστασης: «Η ιδέα πως οι βασικές εμπορικές πρακτικές του 18ου αιώνα ήταν λανθασμένες» γράφει, «δεν αποτελούσε μέρος της σκέψης της Επαναστατικής ηγεσίας».Το ελεύθερο εμπόριο κατέληξε στην μορφή που του προοιωνιζόταν να πάρει στις Ηνωμένες Πολιτείες, ως αποτέλεσμα του Πολέμου για την Αμερικανική Ανεξαρτησία, από την στιγμή που το Βρετανικό Κοινοβούλιο εξέδωσε τον Διωκτικό Νόμο (Prohibitory Act), που επιβάλλει αποκλεισμό στα αποικιακά λιμάνια. Το Ηπειρωτικό Κογκρέσο απάντησε διακηρύσσοντας την οικονομική ανεξαρτησία στην πράξη, και ανοίγοντας τα Αμερικανικά λιμάνια στο ξένο εμπόριο στις 6 Απριλίου του 1776. Σύμφωνα με τον ιστορικό Τζων Γ. Τάιλερ, «είτε μας αρέσει είτε όχι, η Αμερική εξωθήθηκε στο [να υιοθετήσει το] ελεύθερο εμπόριο».Ο πρώτος υπουργός Οικονομικών των Η.Π.Α, ο Αλεξάντερ Χάμιλτον, ευνοούσε τους δασμούς για να βοηθηθούν οι νεαρές βιομηχανίες, όπως φαίνεται στο πόνημά του «Αναφορά για τα Εργοστάσια» (Report on Manufactures). Οι οπαδοί του Τζέφερσον, κατά κύριο λόγο, διαφωνούσαν έντονα. Κατά τον 19ο αιώνα, πολιτικοί όπως ο γερουσιαστής Χένρι Κλέι διατήρησαν το πνεύμα των πρακτικών του Χάμιλτον, εντός του κόμματος των Ουίγων, υπό τον τίτλο «Αμερικανικό Σύστημα». Το αντιπολιτευόμενο Δημοκρατικό Κόμμα αγωνίστηκε σε αρκετές εκλογές στις δεκαετίες του 1830, του 1840 και του 1850, εν μέρει για τα ζητήματα των τελών και της προστασίας της βιομηχανίας Η Βρετανία διεξήγαγε δύο Πολέμους του Οπίου προκειμένου να πιέσει την Κίνα να νομιμοποιήσει το εμπόριο του οπίου και να ανοίξει τα λιμάνια της στους Βρετανούς εμπόρους Στην Βρετανία, η ελεύθερη αγορά επικράτησε σαν κεντρική αρχή από την δεκαετία του 1840. Με βάση την Συνθήκη του Νανκίν, η Κίνα άνοιξε το 1843 πέντε λιμάνια στο παγκόσμιο εμπόριο. Η Συνθήκη Κόμπντεν-Σεβαλιέ, η πρώτη συμφωνία ελεύθερης αγοράς, τέθηκε σε εφαρμογή το 1860 μεταξύ Ηνωμένου Βασιλείου και Γαλλίας και αποτέλεσε το έναυσμα για επόμενες συμφωνίες μεταξύ άλλων κρατών της Ευρώπης.Στις ΗΠΑ, το Δημοκρατικό Κόμμα υποστήριζε μέτριους δασμούς αποκλειστικά για κρατικά έσοδα, ενώ οι Ουίγοι προτιμούσαν υψηλότερους προστατευτικούς δασμούς ώστε να προστατευθούν ευνοούμενες βιομηχανίες. Ο οικονομολόγος Χένρι Τσαρλς Κέρι ηγήθηκε του «Αμερικανικού Συστήματος» οικονομικών. Με το μερκαντιλιστικό αυτό «Αμερικανικό Σύστημα» διαφωνούσαν οι Δημοκρατικοί Άντριου Τζάκσον, Μάρτιν Βαν Μπιούρεν, Τζέιμς Πολκ, Φράνκλιν Πιρς και Τζέιμς Μπιουκάναν.Το ανερχόμενο ρεπουμπλικανικό κόμμα του Αβραάμ Λίνκολν, ο οποίος αυτοαποκαλείται «φιλοδασμικός Ουίγος τύπου Χένρι Κλέι» διαφωνούσε εντελώς με την ελεύθερη αγορά και εισήγαγε δασμούς 44% κατά την διάρκεια του Εμφυλίου - εν μέρει για να καλυφθούν τα έξοδα του πολέμου, να πληρωθούν οι επιδοτήσεις των σιδηροδρόμων και για να προστατευθούν ευνοούμενες βιομηχανίες. Ο μετέπειτα πρόεδρος Ουίλλιαμ ΜακΚίνλεϊ ανέφερε την στάση των Ρεπουμπλικανών (που κέρδισαν κάθε προεδρική εκλογική αναμέτρηση από το 1868 ως το 1912, με εξαίρεση τις δύο μη συνεχόμενες προεδρίες του Γκρόβερ Κλίβελαντ) ως εξής:
Με την ελεύθερη αγορά ο έμπορος είναι αφέντης και ο παραγωγός δούλος. Η προστασία δεν είναι παρά ο νόμος της φύσης, ο νόμος της αυτοσυντήρησης, της αυτοανάπτυξης, της εξασφάλισης της ανώτατης και βέλτιστης μοίρας της ανθρωπότητας. [Λέγεται] ότι η προστασία είναι ανήθικη... Μα αν στην προστασία αυτή χτίζονται και ανυψώνονται 63 εκατομμύρια [ο πληθυσμός των ΗΠΑ] άνθρωποι, η επιρροή αυτών των 63 εκατομμυρίων ανθρώπων θα ανυψώσει τον υπόλοιπο κόσμο. Δεν γίνεται να προχωράμε στο μονοπάτι της προόδου δίχως να ωφεληθεί η απανταχού ανθρωπότητα. Λένε, λοιπόν, «αγόρασε όπου μπορείς φθηνότερα»... Αυτό ισχύει ασφαλώς και στην εργασία όπως οπουδήποτε αλλού. Να σας πω ένα ρητό χίλιες φορές καλύτερο από αυτό, «αγόρασε όπου μπορείς να πληρώσεις πιο εύκολα». Και σε αυτή τη γωνιά της γης αμείβεται καλύτερα η εργασία
Πολλοί κλασικοί φιλελεύθεροι, ιδιαίτερα στην Βρετανία του 19ου και 20ού αιώνα (π.χ. Τζον Στιούαρτ Μιλ) και στην Αμερική του μεγαλύτερου μέρους του 20ού αιώνα (π.χ. Κορντέλ Χαλ) πίστευαν πως η ελεύθερη αγορά προωθεί την ειρήνη. Το 1918 ο Γούντροου Ουίλσον συμπεριέλαβε στην ομιλία του για τα Δεκατέσσερα Σημεία ρητορεία υπέρ της ελεύθερης αγοράς:
Το πρόγραμμα για την παγκόσμια ειρήνη, επομένως, το μόνο δυνατό πρόγραμμα όπως το βλέπουμε, είναι το εξής: 3. Απόσυρση, όσο το δυνατόν περισσότερο, όλων των οικονομικών εμποδίων, και εγκαθίδρυση όρων για την ισότητα στο εμπόριο μεταξύ των εθνών που συναινούν στην τήρηση της ειρήνης και που συντάσσονται στην συντήρησή της
Κατά τη διάρκεια του μεσοπολέμου, στις ΗΠΑ επικράτησε ο οικονομικός προστατευτισμός, ιδιαίτερα ως αποτέλεσμα του νόμου Σμουτ-Χόλεϋ, ο οποίος επιμήκυνε και διεύρυνε την Παγκόσμια Οικονομική Ύφεση του 1929 Από το 1934, η απελευθέρωση του εμπορίου άρχισε να λαμβάνει χώρα μέσω του νόμου των Αμοιβαίων Εμπορικών Συμφωνιών.Ο βρετανός οικονομολόγος Τζων Μέυναρντ Κέυνς (1883-1946) μεγάλωσε πιστεύοντας στο ελεύθερο εμπόριο· λόγω αυτού, επέκρινε τη Συνθήκη των Βερσαλλιών του 1919 για τη ζημία που έκανε στην αλληλένδετη Ευρωπαϊκή οικονομία. Αφού φλερτάρισε λίγο με τον προστατευτισμό στην αρχή της δεκαετίας του 1930, επανήλθε στην υποστήριξη του ελεύθερου εμπορίου, εφόσον αυτό συνδυαζόταν με διεθνώς συντονισμένες εσωτερικές οικονομικές πολιτικές για να προωθηθούν υψηλά επίπεδα απασχόλησης, καθώς και με διεθνείς οικονομικούς οργανισμούς το οποίο σήμαινε ότι τα συμφέροντα των χωρών δεν ερχόντουσαν σε σύγκρουση. Σε τέτοιες περιστάσεις, «η σοφία του Άνταμ Σμιθ» είχε πάλι εφαρμογή, έλεγε.Ο Τζορτζ Μπους και ο Χου Ζιντάο συναντώνται στο περιθώριο της Συνόδου Οικονομικής Συνεργασίας Ασίας-Ειρηνικού στο Σαντιάγο της Χιλής το 2004
Από την λήξη του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, και εν μέρει λόγω του βιομηχανικού μεγέθους και της φύσης του Ψυχρού Πολέμου, οι ΗΠΑ, προωθώντας το ελεύθερο εμπόριο, έχουν συχνά υποστηρίξει την άρση των εμποδίων που θέτουν οι τελωνειακοί δασμοί. Η ίδια χώρα βοήθησε στην θέσπιση της Γενικής Συμφωνίας Δασμών και Εμπορίου (GATT), και αργότερα του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου (WTO) - παρ'ότι είχε απορρίψει την πρώιμη εκδοχή του την δεκαετία του 1950 (Διεθνής Οργανισμός Εμπορίου ή ITO). Από τη δεκαετία του 1970, οι Αμερικανικές κυβερνήσεις έχουν συνομολογήσει συμφωνίες εμπορικής διαχείρισης όπως την Βορειοαμερικανική Συμφωνία Ελεύθερου Εμπορίου (NAFTA) την δεκαετία του '90, την Συμφωνία Ελευθέρου Εμπορίου Δομινικανής Δημοκρατίας-Κεντρικής Αμερικής (CAFTA) το 2006 και διάφορες διμερείς συμφωνίες, όπως για παράδειγμα με την Ιορδανία.Στην Ευρώπη, έξι κράτη σχημάτισαν την Ευρωπαϊκή Κοινότητα Άνθρακα και Χάλυβα (ΕΚΑΧ) το 1951, η οποία μετασχηματίστηκε στην Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα (ΕΟΚ) το 1958. Οι δύο κύριοι στόχοι της ΕΟΚ υπήρξαν η ανάπτυξη κοινής αγοράς και τελωνειακής ένωσης μεταξύ των κρατων-μελών. Αφότου επεκτάθηκε η συμμετοχή, η ΕΟΚ μετασχηματίστηκε στην Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ) το 1993. Η Ευρωπαϊκή Ένωση, πλέον η μεγαλύτερη κοινή αγορά του κόσμου, έχει συνομολογήσει συμφωνίες ελεύθερου εμπορίου με αρκετές χώρες σε παγκόσμιο επίπεδο.
Η Σιγκαπούρη βρίσκεται στην κορυφή του Δείκτη Ενεργοποίησης Εμπορίου Οι περισσότερες χώρες του κόσμου αποτελούν μέλη του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου ο οποίος περιορίζει σε ορισμένο βαθμό, αλλά δεν καταργεί τους δασμούς και άλλα εμπόδια στο εμπόριο. Οι περισσότερες χώρες συμμετέχουν επίσης σε τοπικές Ζώνες Ελεύθερου Εμπορίου, οι οποίες μειώνουν τους εμπορικούς περιορισμούς για τα κράτη μέλη. Η ΕΕ και οι ΗΠΑ διαπραγματεύονται την Διατλαντική Εταιρική Σχέση Εμπορίου και Επενδύσεων (TTIP). Υπό την καθοδήγηση των ΗΠΑ, δώδεκα χώρες με σύνορα στον Ειρηνικό, βρίσκονται σε εμπιστευτικές διαπραγματεύσεις σχετικά με την δημιουργία Συνθήκης Συνεργασίας των χωρών του Ειρηνικού, η οποία περιγράφεται από τις εμπλεκόμενες χώρες ως πολιτική προώθησης του ελεύθερου εμπορίου
Η Δείκτης Ενεργοποίησης Εμπορίου μετρά τους παράγοντες, τις πολιτικές και τις υπηρεσίες που διευκολύνουν το εμπόριο αγαθών διαμέσου των συνόρων και στον προορισμό. Αποτελείται από τέσσερις υπο-δείκτες: την πρόσβαση στην αγορά, τη διαχείριση των συνόρων, τις υποδομές μεταφορών και επικοινωνιών και το επιχειρηματικό περιβάλλον. Οι πρώτες είκοσι χώρες στον δείκτη είναι
Οι ακαδημαϊκοί, οι κυβερνήσεις και οι ομάδες συμφερόντων συζητούν τα σχετικά κόστη, οφέλη και τους ωφελούμενους από το ελεύθερο εμπόριο.Επιχειρήματα υπέρ του προστατευτισμού εντάσσονται είτε στην κατηγορία των οικονομικών επιχειρημάτων (το εμπόριο βλάπτει την οικονομία) ή των ηθικών επιχειρημάτων (τα αποτελέσματα του εμπορίου μπορεί να βοηθούν την οικονομία, αλλά είναι βλαπτικά σε άλλα θέματα) - ένα γενικό επιχείρημα κατά του ελεύθερου εμπορίου είναι ότι πρόκειται, στην πραγματικότητα, για αποικιοκρατία ή ιμπεριαλισ
Κύριο λήμμα: Αποικιοκρατία Έχει προ πολλού υποστηριχθεί ότι το ελεύθερο εμπόριο αποτελεί μια μορφή αποικιοκρατίας ή ιμπερια
Η αξία του ελεύθερου εμπορίου διαπιστώθηκε και τεκμηριώθηκε για πρώτη φορά από τον Άνταμ Σμιθ στον «Πλούτο των Εθνών», το 1776 Εκεί έγραψε τα εξής:
Είναι βασικό αξίωμα κάθε συνετού οικογενειάρχη ποτέ να μη προσπαθήσει ο ίδιος να παρασκευάσει στο σπίτι κάτι που θα του στοιχίσει περισσότερο να το φτιάξει ο ίδιος, παρά να το αγοράσει... Εάν ένα ξένο κράτος μπορεί να μας προμηθεύσει με ένα εμπόρευμα φθηνότερα από όσο μπορούμε εμείς να το παρασκευάσουμε, καλύτερα να το αγοράσουμε εμείς από αυτούς χρησιμοποιώντας όσα παράγει η δική μας βιομηχανία, αξιοποιημένα κατά τρόπο που να μας δίνει κάποιο πλεονέκτημα
Όλοι ακούμε με ενδιαφέρον και ευχαρίστηση για τις βελτιώσεις στις θαλάσσιες και χερσαίες μεταφορές - όλοι τεινουμε να θεωρήσουμε τις διανοίξεις διωρύγων, την κατασκευή σιδηροδρόμων, την εκβάθυνση λιμένων, τη βελτίωση των ατμόπλοιων ως πραγμάτων επωφελών. Όταν όμως τα πράγματα αυτά είναι επωφελή, πώς μπορούν και οι δασμοί να είναι ευνοϊκοί; Το αποτέλεσμα των πραγμάτων αυτών είναι να μειώσουν το κόστος της μεταφοράς εμπορευμάτων- το αποτέλεσμα των δασμών είναι να το αυξάνουν. Εάν η προστατευτική θεωρία ισχύει, τότε κάθε βελτίωση που μειώνει το κόστος για τη μεταφορά αγαθών μεταξύ κρατών είναι βλαπτική για την ανθρωπότητα, εκτός εάν αυξηθούν κατά το ίδιο μέτρο οι δασμοί
Ο Τζωρτζ θεωρεί ότι το γενικό επιχείρημα υπέρ του ελεύθερου εμπορίου είναι «ανεπαρκές». Υποστηρίζει ότι η κατάργηση των προστατευτικών δασμών από μόνη της ποτέ δεν θα μπορεί να είναι επαρκής για τη βελτίωση της κατάστασης της εργατικής τάξης, εάν δεν συνδεθεί παραλληλα και από μία στροφή προς τη φορολόγηση της αξίας της γης
Από την Ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια που γράφουμε συμμετοχικά
Η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι μία από τις πλέον εξωστρεφείς οικονομίες παγκοσμίως. Είναι επίσης η μεγαλύτερη ενιαία αγορά στον κόσμο. Το ελεύθερο εμπόριο ανάμεσα στα κράτη μέλη της είναι μια από τις θεμελιώδεις αρχές της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η οποία έχει επίσης δεσμευτεί να προωθεί την ελευθέρωση του παγκόσμιου εμπορίου.Το διάστημα 1999 - 2010 το εξωτερικό εμπόριο της Ε.Ε διπλασιάστηκε, αντιπροσωπεύοντας πλέον πάνω από το 30% του ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος της Ε.Ε (Α.Ε.Π). Η Ε.Ε καθορίζει την εμπορική πολιτική των κρατών μελών και διαπραγματεύεται συμφωνίες για λογαριασμό τους. Μιλώντας με μια φωνή, η Ε.Ε έχει μεγαλύτερη βαρύτητα στις διεθνείς εμπορικές διαπραγματεύσεις απ΄ ό,τι θα είχαν μεμονωμένα τα κράτη μέλη της.
Η Ε.Ε συνεργάζεται στενά με χώρες ή περιφερειακούς ομίλους για τη διαπραγμάτευση εμπορικών συμφωνιών. Οι συμφωνίες αυτές παρέχουν αμοιβαία επωφελή πρόσβαση στις αγορές τόσο της Ε.Ε όσο και των εν λόγω χωρών. Οι επιχειρήσεις της Ε.Ε μπορούν να αυξάνουν τις επιχειρηματικές τους δραστηριότητες και να εισάγουν ευκολότερα τις πρώτες ύλες που χρησιμοποιούν για την παραγωγή των προϊόντων τους.Κάθε συμφωνία είναι μοναδική και μπορεί να περιλαμβάνει δασμολογικές μειώσεις, κανόνες για ζητήματα όπως η διανοητική ιδιοκτησία ή η βιώσιμη ανάπτυξη, ή ακόμη και ρήτρες σχετικά με τα ανθρώπινα δικαιώματα. Κατά τις διαπραγματεύσεις σχετικά με εμπορικές συμφωνίες ή κανόνες, η Ε.Ε λαμβάνει επίσης υπόψη τη γνώμη πολιτών, επιχειρήσεων και μη κυβερνητικών οργανώσεων.
Η Ε.Ε στηρίζει και υπερασπίζεται τη βιομηχανία και τις επιχειρήσεις της Ε.Ε προωθώντας την άρση των εμπορικών φραγμών, έτσι ώστε οι Ευρωπαίοι εξαγωγείς να απολαμβάνουν δίκαιους όρους ανταγωνισμού και πρόσβασης σε άλλες αγορές. Παράλληλα, η Ε.Ε στηρίζει τις αλλοδαπές εταιρείες παρέχοντάς τους πρακτικές πληροφορίες σχετικά με την πρόσβασή τους στην αγορά της Ε.Ε.
Η Ε.Ε συνεργάζεται επίσης με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου (Π.Ο.Ε) με στόχο τον καθορισμό διεθνών εμπορικών κανόνων και την άρση των εμποδίων στο εμπόριο μεταξύ των χωρών μελών του Π.Ο.Ε.
Από τον επίσημο Ιστότοπο της Ευρωπαϊκής Ένωσης